BOVARY ⸻ 25 SEP 2024
Στην Κίμωλο ταξίδεψε η δημοσιογράφος της Telegraph, Χάιντι Φούλερ Λοβ, και εκθείασε το μικρό αυτό νησί με τους μόλις 900 κατοίκους τους, που μοιάζουν να ζουν «στην Ελλάδα του παρελθόντος».
Η travel editor της βρετανικής εφημερίδας, περιέγραψε με μοναδικό τρόπο την Κίμωλο, μοιράζοντας μάλιστα τις συμβουλές της όσον αφορά στο τι να κάνετε και πού να πάτε.
Όπως αναφέρει στο δημοσίευμά της, η Κίμωλος είναι «σφηνωμένη» ανάμεσα στη Σίφνο και τη Μήλο και πήρε το όνομά της από την κιμωλία που εξορύσσεται εδώ από την αρχαιότητα. Ένα νησί που σπάνια βρίσκεται στο ραντάρ των τουριστών. Μάλιστα, όπως λέει και ο διευθυντής των Aria Hotels, Γιάννης Τζαφάς, «έχουμε μόνο ένα ταξί και ένα βενζινάδικο που είναι ανοιχτό μόνο το καλοκαίρι».
Προχωρώντας κατά μήκος του ενός και μοναδικό κεντρικού δρόμου που περνά από ειδυλλιακές και σχεδόν έρημες παραλίες που οδηγούσαν σε νερά τόσο καθαρά που μπορούσε να δει τις αγκαθωτές σκιές των αχινών, όπως περιγράφει γλαφυρά η δημοσιογράφος της Telegraph ο Τζαφάς της είπε ότι αυτό σιγά -σιγά αλλάζει. «Παλιά ήταν μόνο Έλληνες που έκαναν διακοπές εδώ, αλλά σίγουρα έχουμε δει αύξηση των επισκεπτών από το εξωτερικό» είπε.
Το Thalassa Beach House είναι δροσερό σαν σπηλιά στο εσωτερικό του και διαθέτει μικρά, τετράγωνα παράθυρα, δάπεδα από γυαλισμένο σκυρόδεμα και χαμηλά ξύλινα ταβάνια. «Οι βάρκες ανασύρονταν από τη θάλασσα με συρματόσχοινα» - τα συρματόσχοινα που έδωσαν το όνομά τους στις καλύβες - λέει ο Γιάννης, ανοίγοντας τα παντζούρια. «Παλιά ήταν φτηνές, αλλά αν ήθελες να αγοράσεις μία τώρα, θα πλήρωνες περίπου 200.000 ευρώ».
Περιγράφοντας τη διαμονή της στην Κίμωλο, η δημοσιογράφος αναφέρει ότι πέρασε τις ημέρες της κάνοντας μπάνιο, ψαροντούφεκο ή απλά αράζοντας στην ιδιωτική της καμπάνα, η οποία βρισκόταν, σαν θρόνος, στο κέντρο μιας υπέροχα άδειας παραλίας. Το δείπνο της αποτελούνταν από μοναχικά πικνίκ στη θάλασσα: ένα μπουκάλι παγωμένο prosecco, λαδένια (την τοπική εκδοχή της πίτσας) με κρεμμύδια, ντομάτες και κάπαρη, παχιά σταφύλια και φρέσκα σύκα από τις γύρω φάρμες.
Είναι η πιο δημοφιλής παραλία της Κιμώλου, αλλά ακόμη και στις αρχές Αυγούστου, υπήρχαν ελάχιστοι που πλατσούριζαν στα δροσερά νερά ή χαλάρωναν στην παρθένα άμμο, νοικιάζοντας ομπρέλες και ξαπλώστρες έναντι 20 ευρώ.
Περνώντας από χωματόδρομους δίπλα σε ελαιώνες, ανακάλυψε επίσης γαλήνιους όρμους όπου οι μόνοι ήχοι ήταν το κουδούνι που είχαν κρεμασμένες οι κατσίκες καθώς και ο ήχος των τζιτζικιών. Εκεί ήταν η παραλία Καρράς, με τα γαλαζοπράσινα νερά του και τα ολόλευκα βράχια του, με τα «Σύρματα» με τα μπλε παντζούρια. Αλλά και η Αλυκή, νότια του Χωριού, όπου τα αρμυρίκια κουνιόντουσαν στο αεράκι πάνω από μια βουτυρόχρωμη αμμουδιά, ο Άγιος Γεώργιος, με την ανοιχτόχρωμη λευκή άμμο του – δημοφιλής στους γυμνιστές και το Αγιόκλημα, όπου οι ιαματικές πηγές αναβλύζουν από τους γύρω βράχους.
Ακολουθώντας τη συμβουλή του Τζάφα έκανε βαρκάδα με τον «Καπετάν Αυγουστίνο», ένα παραδοσιακό ξύλινο τρεχαντήρι που χρησιμοποιούνταν για τη μεταφορά ζωτικών προμηθειών στους κατοίκους του νησιού μέχρι το 2003. Στο σκάφος ήταν μόνο τέσσερα άτομα: δύο Αθηναίοι, η δημοσιογράφος και ο Νταν, ένας Ελληνοαμερικανός του οποίου οι προπαππούδες και οι προγιαγιάδες ήταν από την Κίμωλο. «Το νησί δεν έχει αλλάξει από τότε που πρωτοήρθα εδώ ως παιδί πριν από 40 χρόνια», είπε καθώς εξερευνούσαν την Πολύαιγο, το μεγαλύτερο ακατοίκητο νησί του Αιγαίου, όπου οι απειλούμενες με εξαφάνιση φώκιες έρχονται για να αναπαραχθούν σε θαλάσσιες σπηλιές.