Καρκίνος τραχήλου της μήτρας: Νέα θεραπεία μειώνει κατά 40% τον κίνδυνο θανάτου
Καρκίνος τραχήλου της μήτρας: Νέα θεραπεία μειώνει κατά 40% τον κίνδυνο θανάτου

Καρκίνος τραχήλου της μήτρας: Νέα θεραπεία μειώνει κατά 40% τον κίνδυνο θανάτου

Eurokinissi φωτογραφία αρχείου
Κατά 40% φαίνεται ότι μειώνει τον κίνδυνο του θανάτου μια νέα θεραπεία για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, σύμφωνα με νέα μελέτη που δόθηκε στη δημοσιότητα. Στη μελέτη συμμετείχαν ασθενείς με τοπικά προχωρημένο καρκίνο του τραχήλου. Όσες υποβλήθηκαν στη νέα θεραπεία, είχαν σημαντικά αυξημένες πιθανότητες να παραμείνουν χωρίς καρκίνο ακόμα και επί 10 χρόνια. Η νέα μέθοδος συνίσταται στη χορήγηση λίγων κύκλων χημειοθεραπείας πριν από την έναρξη συνδυασμού ακτινοθεραπείας-χημειοθεραπείας. Αν και η χειρουργική επέμβαση αποτελεί την κύρια θεραπεία για τον αρχικού σταδίου καρκίνο του τραχήλου, στις ασθενείς με τοπικά προχωρημένη νόσο η καθιερωμένη θεραπεία είναι ο συνδυασμός ακτινοθεραπείας-χημειοθεραπείας. Προγενέστερες μελέτες έχουν δείξει ότι ο συνδυασμός αυτός βελτιώνει σημαντικά τα ποσοστά επιβίωσης των ασθενών. Εν τούτοις, αρκετές ασθενείς (έως και το 30%) παρουσιάζουν υποτροπή της νόσου τους και χάνουν τη ζωή τους από μεταστάσεις. Στην χώρα μας πεθαίνουν κάθε χρόνο 260 γυναίκες από τη νόσο, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Καρκίνου (GCO).

Η νέα μελέτη

Στη νέα μελέτη συμμετείχαν 500 γυναίκες με καρκίνο του τραχήλου της μήτρας από πέντε χώρες (Βρετανία, Ιταλία, Βραζιλία, Ινδία, Μεξικό). Είχαν ηλικία 24 έως 78 ετών (μέση ηλικία: 46 ετών). Οι γυναίκες είχαν διαγνωστεί μεταξύ 2012 και 2022. Όλες έπασχαν από τοπικά προχωρημένο καρκίνο. Το 70% είχαν νόσο σταδίου ΙΙΒ και το 11% σταδίου ΙΙΙΒ. Ορισμένες είχαν καρκίνο σταδίου IVA. Το 43% είχαν εξάπλωση του καρκίνου στους σύστοιχους λεμφαδένες. Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Οι μισές έλαβαν τη νέα θεραπεία, που συνίστατο σε 4-6 κύκλους επαγωγικής (εισαγωγικής) χημειοθεραπείας και ακολούθως στην καθιερωμένη θεραπεία. Οι υπόλοιπες ασθενείς έκαναν μόνο την καθιερωμένη θεραπεία. Αυτή συνίστατο σε χημειοθεραπεία μαζί με εξωτερική ακτινοθεραπεία και ύστερα εσωτερική ακτινοθεραπεία (βραχυθεραπεία). Οι ερευνητές παρακολούθησαν την πορεία της υγείας τους επί 5,5 χρόνια κατά μέσον όρο (στις μισές η περίοδος παρακολούθησης ήταν μεγαλύτερη).

Τα ευρήματα

Τα νέα ευρήματα δημοσιεύονται στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet. Στα 5 χρόνια από τη διάγνωση το ποσοστό των ασθενών χωρίς εξέλιξη της νόσου ήταν 72% στην ομάδα που έκανε τη νέα θεραπεία. Αντίστοιχα στην ομάδα που έκανε μόνο την καθιερωμένη θεραπεία ήταν 64%. Η διαφορά αυτή αντιστοιχεί σε μείωση κατά 35% του κινδύνου να υπάρξει εξέλιξη της νόσου στην πρώτη πενταετία, γράφουν οι ερευνητές. Η μελέτη έδειξε ακόμα πως στα 5 χρόνια από τη διάγνωση βρισκόταν εν ζωή το 80% των ασθενών που είχαν κάνει τη νέα θεραπεία. Το αντίστοιχο ποσοστό στην ομάδα της σκέτης καθιερωμένης θεραπείας ήταν 72%. Η διαφορά αυτή σημαίνει πως η προσθήκη της εισαγωγικής χημειοθεραπείας στην καθιερωμένη αγωγή μείωσε κατά 40% τις πιθανότητες θανάτου από τον τοπικά προχωρημένο καρκίνο του τραχήλου. Επιπλέον, πέντε ασθενείς εξακολουθούν να μην έχουν ενδείξεις καρκίνου 10 χρόνια μετά τη θεραπεία τους.

«Άμεση εφαρμογή»

Η διαφορά είναι τόσο σημαντική, ώστε οι ερευνητές ζητούν να αρχίσει αμέσως η ευρεία εφαρμογή της μεθόδου. «Η μέθοδος αυτή είναι ένας άμεσος τρόπος για να υπάρξει θετική διαφορά. Χρησιμοποιεί υπάρχοντα φάρμακα που είναι φθηνά και ήδη εγκεκριμένα για τη συγκεκριμένη μορφή καρκίνου», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια Dr. Mary McCormack, λέκτορας Ογκολογίας στο University College του Λονδίνου (UCL). Όπως εξήγησε, η μέθοδος έχει ήδη αρχίσει να εφαρμόζεται σε ορισμένα ογκολογικά κέντρα της Βρετανίας. «Δεν υπάρχει κανένας λόγος για να μην προσφερθεί σε όλες τις ασθενείς που χρειάζονται συνδυασμό ακτινοθεραπείας-χημειοθεραπείας για τη νόσο τους», πρόσθεσε. Η μελέτη ήταν Φάσης ΙΙΙ, δηλαδή τελικού σταδίου. Τα φάρμακα που χορηγήθηκαν στις ασθενείς είναι κλασικές χημειοθεραπείες, που έχουν χαμηλό κόστος. Επομένως η θεραπεία μπορεί εύκολα να εφαρμοστεί ευρέως, δήλωσε ο επιβλέπων ερευνητής Dr. Jonathan Ledermann, καθηγητής Ιατρικής Ογκολογίας στο UCL. Πηγή: iatropedia.gr